επιβολέας

επιβολέας
ο (Α ἐπιβολεύς)
νεοελλ.
σιδηρουργικό εργαλείο για τη συμπιεστική τύπωση κομματιού σιδήρου
αρχ.
επίκληση τού Ηρακλή στους Θουρίους.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”